希臘語 编辑

其他寫法 编辑

詞源 编辑

源自古希臘語 γραμματεύς (grammateús)

名詞 编辑

γραμματέας (grammatéasm f (复数 γραμματείς)

  1. 秘書書記(處理文書的文員)
  2. (共產黨等的)書記

變格 编辑

相關詞彙 编辑