古希臘語 编辑

詞源 编辑

源自κινέω (kinéō) +‎ -μα (-ma)

發音 编辑

 

名詞 编辑

κῑ́νημᾰ (kī́nēman (屬格 κῑνήμᾰτος); 三類變格

  1. 運動

屈折 编辑

拓展閱讀 编辑

希臘語 编辑

詞源 编辑

源自古希臘語 κίνημα (kínēma)σινεμά (sinemá)同源對似詞

名詞 编辑

κίνημα (kíniman (复数 κινήματα)

  1. 社會運動
    το συνδικαλιστικό κίνημαto syndikalistikó kínima工會運動
  2. 尋求激進社會變革群體

變格 编辑

相關詞彙 编辑

  • 並參見:κινώ (kinó, 移動)