καμηλοπάρδαλη
希臘語 编辑
詞源 编辑
源自古希臘語 κάμηλος (kámēlos, “駱駝”) + πάρδαλις (párdalis, “豹”)。
名詞 编辑
καμηλοπάρδαλη (kamilopárdali) f (复数 καμηλοπαρδάλεις)
變格 编辑
καμηλοπάρδαλη的變格
單數 | 複數 | |
---|---|---|
主格 | καμηλοπάρδαλη • | καμηλοπαρδάλεις • |
屬格 | καμηλοπάρδαλης • καμηλοπαρδάλεως • | καμηλοπαρδάλεων • |
賓格 | καμηλοπάρδαλη • | καμηλοπαρδάλεις • |
呼格 | καμηλοπάρδαλη • | καμηλοπαρδάλεις • |
拓展閱讀 编辑
- καμηλοπάρδαλη在希臘語維基百科上的資料。維基百科 el