τετράγωνο
希臘語 编辑
詞源 编辑
源自古希臘語 τετρα- (tetra-, “四”),τέσσαρες (téssares, “四”)的接續形 + γωνία (gōnía, “角,角落”)。
名詞 编辑
τετράγωνο (tetrágono) n (复数 τετράγωνα)
- (口語) 四邊形,方形
- (幾何學) 正方形
- (數學) 平方
- Το τέσσερα είναι το τετράγωνο του δύο.
- To téssera eínai to tetrágono tou dýo.
- 四是二的平方。
- 街區
變格 编辑
τετράγωνο的變格
單數 | 複數 | |
---|---|---|
主格 | τετράγωνο • | τετράγωνα • |
屬格 | τετραγώνου • | τετραγώνων • |
賓格 | τετράγωνο • | τετράγωνα • |
呼格 | τετράγωνο • | τετράγωνα • |
派生詞 编辑
- οικοδομικό τετράγωνο n (oikodomikó tetrágono, “街區”)
參見 编辑
- παραλληλόγραμμο n (parallilógrammo, “平行四邊形”)
- ρόμβος m (rómvos, “菱形”)
- τετράπλευρο n (tetráplevro, “四邊形”)