φωτογραφίζω

希臘語 编辑

其他形式 编辑

詞源 编辑

源自 φωτογραφ(ία) (照片) +‎ -ίζω。更加正式的變體 φωτογραφώ 則加上了 仿譯法語 photographier

發音 编辑

動詞 编辑

φωτογραφίζω (fotografízo) (過去簡單式 φωτογράφισα被動語態 φωτογραφίζομαι)

  1. 拍照照相

變位 编辑

相關詞彙 编辑

參見 编辑