首页
随机
登录
设置
资助
关于维基词典
免责声明
搜索
άναυδος
语言
监视本页
编辑
希臘語
编辑
形容詞
编辑
άναυδος
(
ánavdos
)
m
(陰性
άναυδη
,中性
άναυδο
)
目瞪口呆
的
近義詞:
άλαλος
(
álalos
)
變格
编辑
άναυδος 的變格
數
格 / 性
單數
複數
陽性
陰性
中性
陽性
陰性
中性
主格
άναυδος
•
άναυδη
•
άναυδο
•
άναυδοι
•
άναυδες
•
άναυδα
•
屬格
άναυδου
•
άναυδης
•
άναυδου
•
άναυδων
•
άναυδων
•
άναυδων
•
賓格
άναυδο
•
άναυδη
•
άναυδο
•
άναυδους
•
άναυδες
•
άναυδα
•
呼格
άναυδε
•
άναυδη
•
άναυδο
•
άναυδοι
•
άναυδες
•
άναυδα
•