ακριβοθυγατέρα
希臘語 编辑
詞源 编辑
ακριβο- (akrivo-, “珍貴的”) + θυγατέρα (thygatéra, “女兒”)
名詞 编辑
ακριβοθυγατέρα (akrivothygatéra) f (复数 ακριβοθυγατέρες,阳性 ακριβογιός)
變格 编辑
ακριβοθυγατέρα的變格
單數 | 複數 | |
---|---|---|
主格 | ακριβοθυγατέρα • | ακριβοθυγατέρες • |
屬格 | ακριβοθυγατέρας • | ακριβοθυγατέρων • |
賓格 | ακριβοθυγατέρα • | ακριβοθυγατέρες • |
呼格 | ακριβοθυγατέρα • | ακριβοθυγατέρες • |