ακρογωνιαίος λίθος

希臘語

编辑

名詞

编辑

ακρογωνιαίος λίθος (akrogoniaíos líthosm (复数 ακρογωνιαίοι λίθοι)

  1. (建築學) 基石
  2. (比喻義) 基礎
    Η αγάπη είναι ο ακρογωνιαίος λίθος της οικογένειας.
    I agápi eínai o akrogoniaíos líthos tis oikogéneias.
    愛是家庭的基石

變格

编辑

參見ακρογωνιαίος (akrogoniaíos)λίθος (líthos)