αμυγδαλόψιχα
希臘語
编辑名詞
编辑αμυγδαλόψιχα (amygdalópsicha) n (复数 αμυγδαλόψιχες)
變格
编辑αμυγδαλόψιχα的變格
單數 | 複數 | |
---|---|---|
主格 | αμυγδαλόψιχα • | αμυγδαλόψιχες • |
屬格 | αμυγδαλόψιχας • | — |
賓格 | αμυγδαλόψιχα • | αμυγδαλόψιχες • |
呼格 | αμυγδαλόψιχα • | αμυγδαλόψιχες • |
相關詞彙
编辑- 參見:αμύγδαλο n (amýgdalo, “扁桃”)