ανακρίβεια
希臘語 编辑
名詞 编辑
ανακρίβεια (anakríveia) f (复数 ανακρίβειες)
變格 编辑
ανακρίβεια的變格
單數 | 複數 | |
---|---|---|
主格 | ανακρίβεια • | ανακρίβειες • |
屬格 | ανακρίβειας • | ανακριβειών • |
賓格 | ανακρίβεια • | ανακρίβειες • |
呼格 | ανακρίβεια • | ανακρίβειες • |
相關詞彙 编辑
- ανακριβής (anakrivís, “不準確的,不精確的”)
- ανακριβολογία f (anakrivología)