ανθρωποσφαγή

希臘語 编辑

詞源 编辑

ανθρωπο- (anthropo-, ) +‎ σφαγή (sfagí, 屠宰)

名詞 编辑

ανθρωποσφαγή (anthroposfagíf (复数 ανθρωποσφαγές)

  1. 屠殺

變格 编辑