απολίτικος
希臘語
编辑形容詞
编辑απολίτικος (apolítikos) m (陰性 απολίτικη,中性 απολίτικο)
- απολιτικός (apolitikós)的另一種寫法
變格
编辑 απολίτικος 的變格
數 格 / 性 |
單數 | 複數 | ||||
---|---|---|---|---|---|---|
陽性 | 陰性 | 中性 | 陽性 | 陰性 | 中性 | |
主格 | απολίτικος • | απολίτικη • | απολίτικο • | απολίτικοι • | απολίτικες • | απολίτικα • |
屬格 | απολίτικου • | απολίτικης • | απολίτικου • | απολίτικων • | απολίτικων • | απολίτικων • |
賓格 | απολίτικο • | απολίτικη • | απολίτικο • | απολίτικους • | απολίτικες • | απολίτικα • |
呼格 | απολίτικε • | απολίτικη • | απολίτικο • | απολίτικοι • | απολίτικες • | απολίτικα • |
拓展閱讀
编辑- απολίτικος in Λεξικό της κοινής νεοελληνικής [Dictionary of Standard Modern Greek], 1998, by the "Triantafyllidis" Foundation.