αυτοκρατορικά

希臘語

编辑

形容詞

编辑

αυτοκρατορικά (aftokratoriká)

  1. αυτοκρατορικός (aftokratorikós)主格複數中性形式。
  2. αυτοκρατορικός (aftokratorikós)賓格複數中性形式。
  3. αυτοκρατορικός (aftokratorikós)呼格複數中性形式。