βατραχάνθρωπος

希臘語 编辑

詞源 编辑

源自古希臘語 βάτραχος (bátrakhos, ) + ἄνθρωπος (ánthrōpos, )

發音 编辑

  • 國際音標(幫助)/ˈva.tɾa.ˈxanθɾopos/
  • 斷字:βατ‧ρα‧χάν‧θρω‧πος

名詞 编辑

βατραχάνθρωπος (vatrachánthroposm (复数 βατραχάνθρωποι)

  1. 蛙人

變格 编辑

相關詞彙 编辑