βιολοντσέλο
希腊语
编辑名词
编辑βιολοντσέλο (violontsélo) n (复数 βιολοντσέλα)
变格
编辑βιολοντσέλο的變格
單數 | 複數 | |
---|---|---|
主格 | βιολοντσέλο • | βιολοντσέλα • |
屬格 | βιολοντσέλου • | βιολοντσέλων • |
賓格 | βιολοντσέλο • | βιολοντσέλα • |
呼格 | βιολοντσέλο • | βιολοντσέλα • |
近义词
编辑- τσέλο n (tsélo)
相关词汇
编辑- βιολί n (violí, “小提琴”)
- βιόλα f (vióla, “中提琴”)
- βιολίστρια f (violístria, “小提琴手”)
- βιολιστής m (violistís, “小提琴手”)
延伸阅读
编辑- βιολοντσέλο在希臘語維基百科上的資料。維基百科 el