首页
随机
登录
设置
资助
关于维基词典
免责声明
搜索
γενειάδα
语言
监视本页
编辑
目录
1
希臘語
1.1
詞源
1.2
名詞
1.2.1
變格
1.3
拓展閱讀
希臘語
编辑
詞源
编辑
源自
古希臘語
γενειάς
(
geneiás
)
。
名詞
编辑
γενειάδα
(
geneiáda
)
f
(复数
γενειάδες
)
(
長
)
鬍鬚
近義詞:
γένι
(
géni
)
、
πώγων
(
pógon
)
變格
编辑
γενειάδα的變格
單數
複數
主格
γενειάδα
•
γενειάδες
•
屬格
γενειάδας
•
γενειάδων
•
賓格
γενειάδα
•
γενειάδες
•
呼格
γενειάδα
•
γενειάδες
•
拓展閱讀
编辑
γενειάδα
in
Λεξικό της κοινής νεοελληνικής
[
Dictionary of Standard Modern Greek
], 1998, by the "Triantafyllidis" Foundation.