希臘語 编辑

詞源 编辑

繼承自中世紀中古希臘語 γιατρειά (giatreiá),源自古希臘語 ἰατρεία (iatreía)

發音 编辑

名詞 编辑

γιατρειά (giatreiáf (复数 γιατρειές)

  1. (口語醫學) 治療

變格 编辑

近義詞 编辑