εικονοστοιχείο

希臘語 编辑

詞源 编辑

源自 εικόνα (eikóna, 圖像) +‎ στοιχείο (stoicheío, 單位)

名詞 编辑

εικονοστοιχείο (eikonostoicheíon (复数 εικονοστοιχεία)

  1. (攝影, 計算機) 畫素像素

變格 编辑

延伸閱讀 编辑