希臘語 编辑

名詞 编辑

ηλεκτρόδιο (ilektródion (复数 ηλεκτρόδια)

  1. (物理學化學電學) 電極
    同類詞: άνοδος (ánodos)κάθοδος (káthodos)ιόν (ión)

變格 编辑

相關詞彙 编辑

延伸閱讀 编辑