ημίφωνο
希臘語
编辑詞源
编辑源自古希臘語 ἡμίφωνον (hēmíphōnon),形容詞ἡμίφωνος (hēmíphōnos)的中性形。
名詞
编辑ημίφωνο (imífono) n (复数 ημίφωνα)
變格
编辑ημίφωνο的變格
派生詞
编辑- ημιφωνοποίηση f (imifonopoíisi)
相關詞彙
编辑- σύμφωνο (sýmfono)
拓展閱讀
编辑- ημίφωνο in Λεξικό της κοινής νεοελληνικής [Dictionary of Standard Modern Greek], 1998, by the "Triantafyllidis" Foundation.