ημερονύκτιο
希臘語
编辑其他寫法
编辑- ημερονύχτιο n (imeronýchtio)
詞源
编辑源自ημέρα (iméra, “白天”) + νύχτα (nýchta, “夜晚”)
名詞
编辑ημερονύκτιο (imeronýktio) n (复数 ημερονύκτια)
- 一天一夜,一晝夜
變格
编辑ημερονύκτιο的變格
單數 | 複數 | |
---|---|---|
主格 | ημερονύκτιο • | ημερονύκτια • |
屬格 | ημερονυκτίου • | ημερονυκτίων • |
賓格 | ημερονύκτιο • | ημερονύκτια • |
呼格 | ημερονύκτιο • | ημερονύκτια • |
相關詞彙
编辑- 參見:νύχτα f (nýchta, “夜晚”)