κλάνω μαλλί
希臘語
编辑發音
编辑動詞
编辑κλάνω μαλλί (kláno mallí)(字面意思為:放屁放出羊毛)
- (口語,粗俗,俗語) 嚇壞,十分害怕
- Όταν είδα το άλλο αμάξι να 'ρχεται απάνω μου, έκλασα μαλλί.
- Ótan eída to állo amáxi na 'rchetai apáno mou, éklasa mallí.
- 當我看見車朝我駛來的時候,我嚇了一大跳。
近義詞
编辑- κλάνω μέντες (kláno méntes)
- κλάνω πατάτες (kláno patátes)
- μου κόπηκαν τα ήπατα (mou kópikan ta ípata)