首页
随机
登录
设置
资助
关于维基词典
免责声明
搜索
κοίλος
语言
监视本页
编辑
參見:
κοῖλος
目录
1
希臘語
1.1
詞源
1.2
形容詞
1.2.1
變格
1.2.2
反義詞
1.2.3
相關詞彙
希臘語
编辑
詞源
编辑
源自
古希臘語
形容詞
κοῖλος
(
koîlos
,
“
凹的,中空的
”
)
。
形容詞
编辑
κοίλος
(
koílos
)
m
(陰性
κοίλη
,中性
κοίλο
)
凹
的
中空
的
變格
编辑
κοίλος 的變格
數
格 / 性
單數
複數
陽性
陰性
中性
陽性
陰性
中性
主格
κοίλος
•
κοίλη
•
κοίλο
•
κοίλοι
•
κοίλες
•
κοίλα
•
屬格
κοίλου
•
κοίλης
•
κοίλου
•
κοίλων
•
κοίλων
•
κοίλων
•
賓格
κοίλο
•
κοίλη
•
κοίλο
•
κοίλους
•
κοίλες
•
κοίλα
•
呼格
κοίλε
•
κοίλη
•
κοίλο
•
κοίλοι
•
κοίλες
•
κοίλα
•
反義詞
编辑
κυρτός
(
kyrtós
,
“
凸的
”
)
相關詞彙
编辑
κοίλο
n
(
koílo
)