λεπτομέρεια
希臘語 编辑
詞源 编辑
源自通用希臘語 λεπτομέρεια (leptoméreia),源自λεπτομερής (leptomerḗs),源自λεπτός (leptós) + μέρος (méros)。
發音 编辑
名詞 编辑
λεπτομέρεια (leptoméreia) f (复数 λεπτομέρειες)
變格 编辑
λεπτομέρεια的變格
單數 | 複數 | |
---|---|---|
主格 | λεπτομέρεια • | λεπτομέρειες • |
屬格 | λεπτομέρειας • | λεπτομερειών • |
賓格 | λεπτομέρεια • | λεπτομέρειες • |
呼格 | λεπτομέρεια • | λεπτομέρειες • |
相關詞彙 编辑
- λεπτομερειακός (leptomereiakós, “詳細的”)
- λεπτομερής (leptomerís, “詳細的”)