λογιστικό φύλλο

希臘語 编辑

名詞 编辑

λογιστικό φύλλο (logistikó fýllon (复数 λογιστικά φύλλα)

  1. (計算機) 電子表格

變格 编辑

參見:λογιστικόςφύλλο