希臘語

编辑

詞源

编辑

可能派生自μαχαίρι (machaíri),源自古希臘語 μάχαιρα (mákhaira)

名詞

编辑

μαχαίρα (machaíraf (复数 μαχαίρες)

  1. μαχαίρι (machaíri)的增義形:大刀
  2. 屠刀

變格

编辑