μυταρού
希臘語 编辑
詞源 编辑
μύτη (mýti, “鼻”) + -αρού (-aroú)
發音 编辑
名詞 编辑
μυταρού (mytaroú) f (复数 μυταρούδες,阳性 μυταράς)
變格 编辑
μυταρού的變格
單數 | 複數 | |
---|---|---|
主格 | μυταρού • | μυταρούδες • |
屬格 | μυταρούς • | μυταρούδων • |
賓格 | μυταρού • | μυταρούδες • |
呼格 | μυταρού • | μυταρούδες • |