νυχτερίδα
希臘語 编辑
詞源 编辑
源自古希臘語 νυκτερίς (nukterís),源自νύκτερος (núkteros, “夜行性的”),源自νύξ (núx, “夜晚”)。
發音 编辑
名詞 编辑
νυχτερίδα (nychterída) f (复数 νυχτερίδες)
變格 编辑
νυχτερίδα的變格
單數 | 複數 | |
---|---|---|
主格 | νυχτερίδα • | νυχτερίδες • |
屬格 | νυχτερίδας • | νυχτερίδων • |
賓格 | νυχτερίδα • | νυχτερίδες • |
呼格 | νυχτερίδα • | νυχτερίδες • |
相關詞彙 编辑
- νύχτα f (nýchta, “夜晚”)