首页
随机
登录
设置
资助
关于维基词典
免责声明
搜索
ορεινός
语言
监视本页
编辑
目录
1
希臘語
1.1
詞源
1.2
形容詞
1.2.1
變格
希臘語
编辑
詞源
编辑
源自
古希臘語
ὄρος
(
óros
,
“
山
”
)
。
形容詞
编辑
ορεινός
(
oreinós
)
m
(陰性
ορεινή
,中性
ορεινό
)
山地
的,多
山
的
近義詞:
βουνήσιος
(
vounísios
)
變格
编辑
ορεινός 的變格
數
格 / 性
單數
複數
陽性
陰性
中性
陽性
陰性
中性
主格
ορεινός
ορεινή
ορεινό
ορεινοί
ορεινές
ορεινά
屬格
ορεινού
ορεινής
ορεινού
ορεινών
ορεινών
ορεινών
賓格
ορεινό
ορεινή
ορεινό
ορεινούς
ορεινές
ορεινά
呼格
ορεινέ
ορεινή
ορεινό
ορεινοί
ορεινές
ορεινά