ουρανοξύστης

希臘語 编辑

詞源 编辑

源自ουρανός (ouranós, 天空) +‎ ξύνω (xýno, 撓,劃,抓) +‎ -της (-tis)仿譯英語 skyscraper

名詞 编辑

ουρανοξύστης (ouranoxýstism (复数 ουρανοξύστες)

  1. (建築學) 摩天樓

變格 编辑

拓展閱讀 编辑