希臘語

编辑

形容詞

编辑

παράκτιος (paráktiosm (陰性 παράκτια,中性 παράκτιο)

  1. 沿岸
    近義詞:παραλιακός (paraliakós)

變格

编辑

相關詞彙

编辑
  • 參見:ακτή f (aktí, 海岸)

參見

编辑