παρονομαστής
希臘語
编辑詞源
编辑名詞
编辑παρονομαστής (paronomastís) m (复数 παρονομαστές)
變格
编辑παρονομαστής的變格
單數 | 複數 | |
---|---|---|
主格 | παρονομαστής • | παρονομαστές • |
屬格 | παρονομαστή • | παρονομαστών • |
賓格 | παρονομαστή • | παρονομαστές • |
呼格 | παρονομαστή • | παρονομαστές • |
參見
编辑拓展閱讀
编辑- παρονομαστής in Λεξικό της κοινής νεοελληνικής [Dictionary of Standard Modern Greek], 1998, by the "Triantafyllidis" Foundation.