πατροκτόνος

希臘語

编辑

詞源

编辑

πατήρ (patír, 父親) +‎ -κτόνος (-któnos, 殺手)

形容詞

编辑

πατροκτόνος (patroktónosm (陰性 πατροκτόνος,中性 πατροκτόνο)

  1. 弑父

變格

编辑

名詞

编辑

πατροκτόνος (patroktónosm f (复数 πατροκτόνοι)

  1. 弑父

變格

编辑