首页
随机
登录
设置
资助
关于维基词典
免责声明
搜索
ποδιά
语言
监视本页
编辑
參見:
πόδια
希臘語
编辑
名詞
编辑
ποδιά
(
podiá
)
f
(复数
ποδιές
)
圍裙
變格
编辑
ποδιά的變格
單數
複數
主格
ποδιά
•
ποδιές
•
屬格
ποδιάς
•
ποδιών
•
賓格
ποδιά
•
ποδιές
•
呼格
ποδιά
•
ποδιές
•