ραδιενεργός

希臘語

编辑

形容詞

编辑

ραδιενεργός (radienergósm (陰性 ραδιενεργός ραδιενεργή,中性 ραδιενεργό)

  1. (物理學) 放射性

變格

编辑

近義詞

编辑

派生詞彙

编辑