希臘語 编辑

詞源 编辑

ράτσα (rátsa, 種族) +‎ -ιστής (-istís)仿譯意大利語 razzista

名詞 编辑

ρατσιστής (ratsistísm (复数 ρατσιστές,阴性 ρατσίστρια)

  1. 種族主義者

變格 编辑

拓展閱讀 编辑