σελίδα
希臘語 编辑
詞源 编辑
發音 编辑
名詞 编辑
σελίδα (selída) f (复数 σελίδες)
變格 编辑
σελίδα的變格
派生詞 编辑
- -σελιδος (-selidos)
- ασελιδοποίητος m (aselidopoíitos, “未分頁的”)
- ιστοσελίδα f (istoselída, “網頁”)
- σελιδαρίθμιση f (selidaríthmisi, “編頁”)
- σελιδοδείκτης f (selidodeíktis, “書籤”)
- σελιδοποίηση f (selidopoíisi, “分頁,編頁”)
- υποσέλιδο f (yposélido, “頁腳”)
- πολυσέλιδος m (polysélidos)
- πρωτοσέλιδος m (protosélidos)