σιδηρόδρομος

希臘語 编辑

詞源 编辑

σίδηρος (sídiros, ) +‎ δρόμος (drómos, )

名詞 编辑

σιδηρόδρομος (sidiródromosm (复数 σιδηρόδρομοι)

  1. 鐵路鐵道

變格 编辑

派生詞 编辑

相關詞彙 编辑