σκλαβοπάζαρο

希臘語 编辑

詞源 编辑

源自σκλάβος (sklávos, 奴隸) +‎ παζάρι (pazári, 市場)

名詞 编辑

σκλαβοπάζαρο (sklavopázaron (复数 σκλαβοπάζαρα)

  1. 奴隸市場

變格 编辑

相關詞彙 编辑

拓展閱讀 编辑