συνταγματικότητα

希臘語 编辑

名詞 编辑

συνταγματικότητα (syntagmatikótitaf (不可数)

  1. (政治) 合憲
    反義詞: αντισυνταγματικότητα (antisyntagmatikótita)

變格 编辑

相關詞彙 编辑