希臘語 编辑

詞源 编辑

派生自法語 féministe

名詞 编辑

φεμινιστής (feministísm (复数 φεμινιστές,阴性 φεμινίστρια)

  1. 女權主義者女性主義者
    反義詞: αντιφεμινιστής (antifeministís)

變格 编辑

相關詞彙 编辑

延伸閱讀 编辑