首页
随机
登录
设置
资助
关于维基词典
免责声明
搜索
φυλετικός
语言
监视本页
编辑
希臘語
编辑
形容詞
编辑
φυλετικός
(
fyletikós
)
m
(陰性
φυλετική
,中性
φυλετικό
)
種族
的;
氏族
的,
部落
的
(
生物學
)
性別
的
變格
编辑
φυλετικός 的變格
數
格 / 性
單數
複數
陽性
陰性
中性
陽性
陰性
中性
主格
φυλετικός
φυλετική
φυλετικό
φυλετικοί
φυλετικές
φυλετικά
屬格
φυλετικού
φυλετικής
φυλετικού
φυλετικών
φυλετικών
φυλετικών
賓格
φυλετικό
φυλετική
φυλετικό
φυλετικούς
φυλετικές
φυλετικά
呼格
φυλετικέ
φυλετική
φυλετικό
φυλετικοί
φυλετικές
φυλετικά