όπερα
希臘語
编辑詞源
编辑發音
编辑名詞
编辑όπερα (ópera) f (复数 όπερες)
- (音樂) 歌劇
- Ο «Μαγικός Αυλός» είναι μια από τις πιο γνωστές όπερες του Μότσαρτ.
- O «Magikós Avlós» eínai mia apó tis pio gnostés óperes tou Mótsart.
- 《魔笛》是莫扎特最負盛名的歌劇之一。
- (引申) 歌劇院
- Ο πατέρας μου πάει μια φορά κάθε μήνα στην όπερα.
- O patéras mou páei mia forá káthe mína stin ópera.
- 我父親每個月都去一次歌劇院。
變格
编辑派生詞
编辑- οπερατικός (operatikós, “歌劇的”)
- σαπουνόπερα f (sapounópera, “肥皂劇”)
相關詞彙
编辑- οπερέτα f (operéta, “輕歌劇”)
- άρια f (ária, “詠歎調”)
- λιμπρέτο n (limpréto, “唱詞”)
- θέατρο n (théatro, “劇院”)
- μπαλέτο n (baléto, “芭蕾”)
- μέγαρο μουσικής n (mégaro mousikís, “音樂廳”)