γαλβανισμένος
希腊语
编辑形容词
编辑γαλβανισμένος (galvanisménos) m (阴性 γαλβανισμένη,中性 γαλβανισμένο)
- 镀锌的
- σιδηροσωλήνας γαλβανισµένος ― sidirosolínas galvanisµénos ― 镀锌铁管
变格
编辑 γαλβανισμένος 的变格
数 格 / 性 |
单数 | 复数 | ||||
---|---|---|---|---|---|---|
阳性 | 阴性 | 中性 | 阳性 | 阴性 | 中性 | |
主格 | γαλβανισμένος • | γαλβανισμένη • | γαλβανισμένο • | γαλβανισμένοι • | γαλβανισμένες • | γαλβανισμένα • |
属格 | γαλβανισμένου • | γαλβανισμένης • | γαλβανισμένου • | γαλβανισμένων • | γαλβανισμένων • | γαλβανισμένων • |
宾格 | γαλβανισμένο • | γαλβανισμένη • | γαλβανισμένο • | γαλβανισμένους • | γαλβανισμένες • | γαλβανισμένα • |
呼格 | γαλβανισμένε • | γαλβανισμένη • | γαλβανισμένο • | γαλβανισμένοι • | γαλβανισμένες • | γαλβανισμένα • |
相关词汇
编辑- γαλβανίζω (galvanízo, “给……镀锌”)
- γαλβανισμός m (galvanismós, “镀锌”)
同类词汇
编辑- ανοξείδωτος (anoxeídotos, “不生锈的”)