μονόφθογγος

古希腊语

编辑

词源

编辑

源自 μόνος (mónos) +‎ φθόγγος (phthóngos)

发音

编辑
 

名词

编辑

μονόφθογγος (monóphthongosf (属格 μονοφθόγγου); 二类变格

  1. (语音学音系学) 单元音
    反义词:δίφθογγος (díphthongos)

屈折

编辑

延伸阅读

编辑