首页
随机
登录
设置
资助
关于维基词典
免责声明
搜索
ανανδρία
语言
监视本页
编辑
目录
1
希臘語
1.1
其他寫法
1.2
名詞
1.2.1
變格
1.2.2
相關詞彙
希臘語
编辑
其他寫法
编辑
αναντρία
f
(
anantría
)
名詞
编辑
ανανδρία
(
anandría
)
f
(不可数)
懦弱
,
怯懦
變格
编辑
ανανδρία
(
anandría
)
的變格
單數
主格
ανανδρία
•
屬格
ανανδρίας
•
賓格
ανανδρία
•
呼格
ανανδρία
•
相關詞彙
编辑
άνανδρα
(
ánandra
,
“
懦弱地,怯懦地
”
)
άνανδρος
(
ánandros
,
“
懦弱的,怯懦的
”
)
並參見:
άνδρας
m
(
ándras
,
“
男人
”
)