τεμπέλης
希臘語
编辑詞源
编辑源自鄂圖曼土耳其語 تنبل (tembel),源自波斯語 تنبل (tambal)。
發音
编辑形容詞
编辑τεμπέλης (tempélis) m (陰性 τεμπέλα,中性 τεμπέλικο)
變格
编辑 τεμπέλης 的變格
數 格 / 性 |
單數 | 複數 | ||||
---|---|---|---|---|---|---|
陽性 | 陰性 | 中性 | 陽性 | 陰性 | 中性 | |
主格 | τεμπέλης • | τεμπέλα • | τεμπέλικο • | τεμπέληδες • | τεμπέλες • | τεμπέλικα • |
屬格 | τεμπέλη • | τεμπέλας • | τεμπέλικου • | τεμπέληδων • | — | τεμπέλικων • |
賓格 | τεμπέλη • | τεμπέλα • | τεμπέλικο • | τεμπέληδες • | τεμπέλες • | τεμπέλικα • |
呼格 | τεμπέλη • | τεμπέλα • | τεμπέλικο • | τεμπέληδες • | τεμπέλες • | τεμπέλικα • |
衍生 | 比較級:πιο + 肯定形(如 πιο τεμπέλης) 相對最高級:定冠詞 + πιο + 肯定形(如 ο πιο τεμπέλης) |
近義詞
编辑- αργόσχολος (argóscholos, “怕幹活的”)
名詞
编辑τεμπέλης (tempélis) m (复数 τεμπέληδες)
變格
编辑τεμπέλης的變格
單數 | 複數 | |
---|---|---|
主格 | τεμπέλης • | τεμπέληδες • |
屬格 | τεμπέλη • | τεμπέληδων • |
賓格 | τεμπέλη • | τεμπέληδες • |
呼格 | τεμπέλη • | τεμπέληδες • |
近義詞
编辑- ακαμάτης m (akamátis)
參見
编辑- αλήτης n (alítis, “乞丐”)