ίππος
参见:ἵππος
希腊语 编辑
词源 编辑
源自古希腊语 ἵππος (híppos, “马”),源自原始希腊语 *íkkʷos,源自原始印欧语 *h₁éḱwos。
名词 编辑
ίππος (íppos) m (复数 ίπποι)
变格 编辑
近义词 编辑
相关词汇 编辑
- έφιππος (éfippos, “骑马的”)
- ιππικό n (ippikó, “骑兵”)
- ιππικός (ippikós, “马术的”)
- ιπποπόταμος m (ippopótamos, “河马”)
- ιππότης m (ippótis, “骑士”)
同类词汇 编辑
- 参见:άλογο n (álogo, “马”)
参见 编辑
希腊语中的国际象棋棋子 (πεσσοί (pessoí))(布局 · 文字) | |||||
---|---|---|---|---|---|
βασιλιάς (vasiliás) | βασίλισσα (vasílissa) | πύργος (pýrgos) | αξιωματικός (axiomatikós), τρελός (trelós) | ίππος (íppos) | στρατιώτης (stratiótis), πιόνι (pióni) |