希腊语

编辑

其他写法

编辑

名词

编辑

ανεμώνη (anemónif (复数 ανεμώνες)

  1. 银莲花
  2. 海葵
    近义词: θαλάσσια ανεμώνη (thalássia anemóni)

变格

编辑

相关词汇

编辑

拓展阅读

编辑