αγριόγατος
希臘語
编辑詞源
编辑αγριό- (agrió-, “野生的”) + γάτος (gátos, “貓”)
名詞
编辑αγριόγατος (agriógatos) m (复数 αγριόγατοι,阴性 αγριόγατα)
變格
编辑αγριόγατος的變格
單數 | 複數 | |
---|---|---|
主格 | αγριόγατος • | αγριόγατοι • |
屬格 | αγριόγατου • | αγριόγατων • |
賓格 | αγριόγατο • | αγριόγατους • |
呼格 | αγριόγατε • | αγριόγατοι • |
相關詞彙
编辑- γάτος (gátos, “貓”)